Σκέψεις με αφορμή τις επικείμενες εκλογές

Καταρχήν το παρόν κείμενο, όπως λέει και ο τίτλος, είναι απλά κάποιες σκέψεις. Σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί διακήρυξη ή μανιφέστο, κάτι τέτοιο άλλωστε θα προϋπέθετε να εκπορεύεται από κάποιου είδους συλλογικό πολιτικό υποκείμενο. Δεν φιλοδοξεί να είναι ούτε και μια ολοκληρωμένη ανασκόπηση που να καλύπτει, έστω επιγραμματικά, όλα όσα μεσολάβησαν από την τελευταία ανάρτηση μου πριν αρκετό καιρό.

Αυτές οι σκέψεις φυσικά μπορούν να διαβαστούν από καθέναν που στενάζει και ανησυχεί από τις εγκληματικές αντιλαϊκές πολιτικές που βιώνουμε αλλά –για πολλούς και διάφορους λόγους– πρώτα απ’ όλα απευθύνονται σε συντρόφους και συναγωνιστές, αριστερούς ριζοσπάστες, ανθρώπους που έχουν περάσει από το κίνημα και τους αγώνες, τους πολλούς ανθρώπους με τους οποίους μοιράζομαι κοινά βιώματα, προβληματισμούς και λίγο-πολύ βρισκόμαστε σε παρόμοια θέση.

.

Σημασία των εκλογών και της ψήφου

Δεν είναι καθόλου στην πρόθεση μου να υποτιμήσω την σημασία των εκλογών και ειδικά των συγκεκριμένων. Όμως, οι παρακάτω σκέψεις, αν και με αφορμή τις εκλογές, ούτε γεννιόνται από τις εκλογές ούτε περιορίζονται στις εκλογές και στο αποτέλεσμα τους. Για κάθε κομμουνιστή αυτό που αναγκαστικά αποτελεί το επίκεντρο είναι η ανάγκη επαναστατικού μετασχηματισμού της κοινωνίας, άρα και κάθε πολιτικό γεγονός ή επιλογή το αντιμετωπίζει σε αυτή τη βάση.

Για τους κομμουνιστές, αλλά και πλατύτερα για τους πολιτικά δραστήριους, προοδευτικούς, ριζοσπάστες, αριστερούς, αγωνιστές, η λαϊκή ψήφος δεν είναι φυσικό φαινόμενο ανεπηρέαστο από την πολιτική δράση, ούτε φυσικά οι εκλογές είναι μια άχρωμη και αμερόληπτη καταγραφή του «φυσικού φαινομένου». Ούτε φυσικά είναι απόλυτος αυτοσκοπός η κοινοβουλευτική εκπροσώπηση και τα οφίτσια. Οι εκλογές δεν είναι “η μητέρα των μαχών”, ούτε κάποια ιερή τοτεμική τελετουργία, ούτε κάποια μεμονωμένη πράξη (ή έστω καμπάνια) κάθε 3-4 χρόνια. Οι εκλογές ήταν πάντα σημαντικός σταθμός στη –συλλογική ή/και ατομική– δράση του αγωνιστή. Μια ευκαιρία δράσης και παρέμβασης σε περιβάλλον πολιτικής ζύμωσης και αυξημένου ενδιαφέροντος που εκδηλώνεται (έστω και με στρεβλό τρόπο) από πλατύτερα τμήματα του λαού. Δράσης σε περίοδο που, εκ των πραγμάτων τίθενται διλήμματα, αντικειμενικά αλλά και πλαστά, και που τελικά αναγκαστικά ο καθένας θα επιλέξει να κρατήσει την α ή β στάση. Είναι περίοδος αποτύπωσης διεργασιών, επαναδιαμόρφωσης, αποκρυσταλλώματος συσχετισμών. Βεβαίως και η διευρυμένη παρουσία στο κοινοβούλιο είναι κάτι που βοηθάει σημαντικά όταν εντάσσεται σε ένα σωστό σχέδιο δράσης του κομμουνιστικού κόμματος. Είναι λοιπόν τελικά αποτέλεσμα και μέτρο της συνεχούς πολιτικής του δράσης, σταθμός σε ένα ευρύτερο σχέδιο. Τι κάνει όμως ο αγωνιστής όταν σε μεγάλο βαθμό είναι καταδικασμένος στην απραξία; Όταν το ευρύτερο σχέδιο είναι “για γκρεμό”;

Σε αυτές τις συνθήκες είναι απολύτως λογικό για ένα κόσμο πολιτικά “ψαγμένο”, αγωνιστή, στρατευμένο ουσιαστικά (αν και επισήμως κομματικά άστεγο ή ήδη υπό διωγμό άρα, τυπικά μόνο, στεγασμένο ακόμα στο ΚΚΕ), είναι λογικό για αυτόν τον κόσμο η ψήφος να φαντάζει στα χέρια τους σαν καυτή πατάτα, ένα όπλο που δεν ξέρεις που να το στρέψεις, μια τζούφια φωτοβολίδα, μια σταγόνα στον ωκεανό.

Η ιδιαιτερότητα αυτών των εκλογών είναι η βαθειά κρίση σε όλα τα επίπεδα. Η οικονομική κρίση που διαψεύδει καθημερινά το υποτιθέμενο “success story”. Η κρίση επιβίωσης και εξαθλίωσης του λαού. Η κρίση του αστικού πολιτικού συστήματος. Αλλά επιπλέον, δυστυχώς, η κρίση και η παράλυση του εργατικού-λαικού-νεολαιίστικου κινήματος και της πολιτικής του πρωτοπορίας. Και μέσα σε αυτή την κατάσταση εμφανίζεται ως «από μηχανής θεός» ο ΣΥΡΙΖΑ.

Από τη σκοπιά του λαού το καθοριστικότερο όλων είναι:

Α) οι τραγικοί όροι ζωής και οι τρομακτικές προοπτικές: ανεργία, χρέη, έλλειψη βασικών αγαθών (τροφή, νερό, στέγη, θέρμανση, ρεύμα, περίθαλψη), η γενικευμένη ανασφάλεια και αβεβαιότητα, οι άθλιες εργασιακές συνθήκες, ο αυταρχισμός, η απάνθρωπη γραφειοκρατία, ο φασιστικός κίνδυνος όλα σε πορεία επιδείνωσης παρά το success story.

Φυσικά, για όλα αυτά, την πρώτη και άμεση ευθύνη έχει η καταρρέουσα κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ αλλά και όλοι οι πρόθυμοι που κατά καιρούς τη στήριξαν (ΛΑΟΣ και ΔΗΜΑΡ, ανεξαρτητοποιημένοι βουλευτές κλπ) οι οποίοι επέδειξαν δουλικό ζήλο στις επιταγές των εγχώριων και διεθνών αφεντικών τους.

Β) ότι ο λαός βρίσκεται “στον πάγκο”, “στον πάγο”, στο περιθώριο. Η απουσία κινήματος, όχι μόνο κινήματος που να φωτίζει-υπηρετεί την προοπτική ουσιαστικής διεξόδου αλλά ούτε καν να δίνει κάποια έστω προσωρινή λύση σε άμεσα ζητήματα επιβίωσης, όρων ζωής κλπ.

Για την παράλυση του κινήματος, ευθύνη έχουν πρωτογενώς οι ηγεσίες των συνδικαλιστικών και γενικά μαζικών-κινηματικών οργανώσεων. Ουσιαστικότερα όμως την ευθύνη έχουν οι πολιτικοί φορείς που συμμετέχουν σε αυτές και κατά τα άλλα αυτοπροβάλλονται ή αναμενόταν να είναι οι υπερασπιστές του λαού, αυτό που συνήθως περιγράφεται με τον ορό «η Αριστερά».

Η στάση του ΣΥΡΙΖΑ στο κίνημα, παρά τις αντίθετες διακηρύξεις του περί λαϊκής συμμετοχής, δεν επιτρέπει σε κανέναν να τρέφει καμιά ελπίδα ότι αυτός θα έχει την οποιαδήποτε θετική συμβολή. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έκανε την παραμικρή προσπάθεια έστω στοιχειώδους ανασύνταξης του συνδικαλιστικού κινήματος, ούτε καν για δικούς του επικοινωνιακούς, μικροκομματικούς λόγους (πχ αξιοποιώντας τα συντρίμμια ΠΑΣΟΚ-ΠΑΣΚΕ με τα οποία συνδιαλέγεται). Αυτό δείχνει είτε σοβαρή ανικανότητα είτε απόλυτο φόβο στην όποια εμπλοκή του λαϊκού παράγοντα στα παιχνίδια εξουσίας ή και συνδυασμό των δυο. Σε κάθε περίπτωση δεν αφήνει ελπίδες.

Η “εξωκοινοβουλευτική” αριστερά βασανιζόταν πάντα από το γνωστό στρατηγικό αδιέξοδο σε σχέση με το πλαίσιο συσπείρωσης και το δρόμο διεξόδου που πρότεινε στο λαό. Τα τελευταία χρόνια απέδειξε ότι και στο κίνημα δεν μπόρεσε να δώσει κάτι. Η προσπάθεια τους, που το 2010-12 είχε φανεί να αποκτά, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, κάποια υπολογίσιμη βάση γύρω από το εγχείρημα του «πρωτοβάθμιου συντονισμού» πήγε τελικά άκλαυτη. Και όλα αυτά παρά τον άπλετο χώρο για δράση, που τους είχε αφήσει, για πρώτη φορά στα χρονικά, το ΚΚΕ, με την επιδεινούμενη αυτόπεριθωριοποίηση του τόσο στο πολιτικό – κοινοβουλευτικό επίπεδο όσο και στο –υποτίθεται, προνομιακό για την “εξωκοινοβουλευτική” αριστερά– επίπεδο του κινήματος.

Φυσικά, η πρώτη ευθύνη για την κατάντια του κινήματος ανήκει στο ΚΚΕ. Γιατί;

Γιατί για όλους εμάς αλλά και πλατύτερα για το λαό, το ΚΚΕ ήταν που είχε κατοχυρωθεί ως πρόμαχος του αγώνα, γιατί το ΚΚΕ (καλώς) διεκδικεί, πλέον όμως (κακώς) μόνο στα λόγια αυτό το ρόλο. Γιατί αυτός είναι ο ιστορικός του ρόλος, γιατί το ΚΚΕ είχε τη θεωρία, την τεχνογνωσία, την εμπειρία, τους ανθρώπους και τις δομές, αλλά δυστυχώς τα τελευταία χρόνια όλα αυτά τα διαστρέφει, τα παροπλίζει, τα διαλύει. Έχω ξαναγράψει αναλυτικότερα για όλα αυτά και δεν είναι του παρόντος. Απλά είναι εμφανές οτι μετά τις εκλογές του 2012 έχει υπάρξει η απόλυτη “αγρανάπαυση”. Ενδεικτικά μόνο: δεν ξανάγινε κουβέντα ή απόπειρα (και δε δόθηκε καμιά εξήγηση για αυτό) για τις κατά τα άλλα «ηρωικές», «πρωτοποριακές» απεργίες χωρίς αποφάσεις σωματείων μόνο με φιρμάνι ΠΑΜΕ, που τότε εκτιμήθηκε από τις επίσημες αναλύσεις «ότι ανοίγουν νέους δρόμους», «μας βάζουν σε νέα φάση». Γίνονται μια-δυο απεργίες το χρόνο όταν αναγκαστεί να προκηρύξει η ΓΣΕΕ, συν Πρωτομαγιά, για τα μάτια του κόσμου, “μεταξύ μας”, με τους απολύτως απαραίτητους. Ακόμα και οι σκόρπιοι ακτιβισμοί έχουν σχεδόν εξαλειφθεί.

.

Για το «φαινόμενο ΣΥΡΙΖΑ»

Σε αυτές τις εκλογές είτε θέλει κανείς να το παραδεχτεί, είτε όχι, από όλους τους πολιτικούς σχηματισμούς, ο ΣΥΡΙΖΑ, δυστυχώς, είναι ταυτόχρονα το απόλυτο φαβορί και ο πρωταγωνιστής.

Είναι βέβαιο (με την εξαίρεση τρομοκρατικής υπερ-προβοκάτσιας επιπέδου Charlie Ebdo ή “εκτροπής”) ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι πρώτος και με διαφορά, και αρκετά πιθανό ότι θα είναι και αυτοδύναμος.

Πώς όμως προέκυψε το φαινόμενο ΣΥΡΙΖΑ;

Πολύ πρόχειρα: η κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ υπό το βάρος του μνημονίου και η αδιέξοδη πολιτική που ήδη ακολουθούσε το ΚΚΕ γενικά, και ιδιαίτερα στο κίνημα, επέτρεψε στο ΣΥΡΙΖΑ να παίξει –οπορτουνιστικά μεν, έξυπνα δε– με τις ανάγκες και τις προσδοκίες του λαού ώστε τελικά στις εκλογές του Μαΐου του 2012 να καταγράψει το πρωτοφανές για την «ανανεωτική αριστερά» στην Ελλάδα 16,8%. Ενώ η εμμονή του ΚΚΕ στην αδιέξοδη πρακτική, η αλαζονεία του απέναντι στο λαό (πχ κάλεσμα «να διορθώσει ο λαός την ψήφο του») και η πόλωση με τη ΝΔ, επέτρεψαν στο ΣΥΡΙΖΑ να συγκεντρώσει στις εκλογές του Ιουνίου 2012 σχεδόν 27% και να αναδειχτεί αξιωματική αντιπολίτευση. Αυτό του έδωσε τη δυνατότητα να ποζάρει ως ο μόνος ρεαλιστικός, φιλολαϊκός πόλος, ως η εκκολαπτόμενη κυβέρνηση. Πολλά ναυάγια του αστικού πολιτικού συστήματος, μετανοήσασες μνημονιακές Μαγδαληνές και άλλοι μνηστήρες τον προσέγγισαν, αρκετούς από αυτούς τους καλοδέχτηκε, δίνοντας άφεση αμαρτιών (η αναφορά εδώ γίνεται όχι σε ψηφοφόρους αλλά σε βουλευτές, πρώην κυβερνητικά και συνδικαλιστικά στελέχη κλπ).

Παρά τους όποιους τίμιους αγωνιστές υπάρχουν στο εσωτερικό ή στο πλάι του, παρά τις όποιες “αριστερότερες” συνιστώσες ή τάσεις του, είναι προφανές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, ως πλειοψηφία και ως σύνολο, από την αρχή κινείται εντός των τειχών όχι μόνο του καπιταλισμού αλλά και της ΕΕ, του €υρώ και του ΝΑΤΟ. Επιπλέον, είναι σαφής η πορεία συντηρητικοποίησης του και απεμπόλησης των όποιων ριζοσπαστικών διακηρύξεων. Παρόλα αυτά παραμένει σχηματισμός υπό διαμόρφωση. Δεν ήταν και ακόμα και τώρα δεν είναι η πρώτη επιλογή (σίγουρα όχι της πλειοψηφίας) της αστικής τάξης της Ελλάδας ή των διάφορων ιμπεριαλιστικών χωρών και ενώσεων. Φαίνεται όμως, ότι πολύ τελευταία, όλο και περισσότεροι από τους παραπάνω αποδέχονται ως αντικειμενικό δεδομένο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι ο αυριανός συνομιλητής τους από τη θέση της κυβέρνησης. Χτίζουν, λοιπόν, επαφές ώστε να μεθοδεύσουν, το συντομότερο δυνατό, την πλήρη ενσωμάτωση του στο αστικό σύστημα διαχείρισης και μάλιστα με ομαλό τρόπο ώστε να μην υπάρξουν διαταραχές/διασπάσεις και χωρίς να “δραπετεύσει” κομμάτι των ψηφοφόρων του.

Υπάρχουν χίλιοι λόγοι και χίλια πατήματα για να του γίνει επί της ουσίας, εξαντλητική κριτική, πολεμική. Κριτική που θα συνέβαλε αφενός λαϊκός κόσμος να μην επαναπαύεται, να μην ενσωματώνεται, δίνοντας του λευκή επιταγή, και αφετέρου θα στερούσε από το ΣΥΡΙΖΑ τη δυνατότητα να συντηρητικοποιείται και να ενσωματώνεται «αναίμακτα» και χωρίς αναταράξεις, όπως ήδη είπαμε ότι επιθυμεί και το σύστημα.

Παρόλα αυτά το ΚΚΕ επιλέγει μία κριτική χονδροειδή και παιδαριώδη που τελικά δεν πείθει κανέναν: «Είτε ΝΔ είτε ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση το ίδιο». «Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το νέο ΠΑΣΟΚ». «Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η επιλογή της αστικής τάξης».

Ναι, ο ΣΥΡΙΖΑ το πιθανότερο είναι να γίνει ένα κόμμα εργαλείο της αστικής τάξης, ένας τυπικός και συστημικός πόλος της διαχείρισης και της εναλλαγής. Όμως αυτό δε θα γίνει αμέσως, δε θα γίνει αδιατάρακτα, δε θα είναι στην αρχή μια απ’ τα ίδια (δες και παρακάτω). Άρα αυτή τη στιγμή ούτε η επιλογή της αστικής τάξης είναι, ούτε η εναλλαγή θα είναι τυπική.

Όχι, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι το «νέο ΠΑΣΟΚ». Μπορεί, ανάλογα με το πώς γίνεται η σύγκριση, να είναι καλύτερος ή χειρότερος ή πιο ευάλωτος από κάποια εκδοχή του ΠΑΣΟΚ, αλλά δεν «είναι ΠΑΣΟΚ». Και δε θα μπορούσε να είναι, γιατί το ΠΑΣΟΚ ιδρύθηκε και εξελίχθηκε σε άλλες συνθήκες, και με άλλα υλικά. Το ΠΑΣΟΚ είχε απέναντι του ένα ΚΚΕ του 8-10% και παντοδύναμο συνδικαλιστικά. Το ΠΑΣΟΚ είχε στις οργανώσεις του δεκάδες χιλιάδες ενεργά μέλη, συμμετοχή στο κίνημα (άσχετα αν στην πορεία τα περισσότερα τα εξαγόρασε, τα διέφθειρε κλπ). Το ΠΑΣΟΚ αναγκαζόταν να λέει «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο», «ΕΞΩ οι Βάσεις» γιατί ο κόσμος του, μέχρι κάποια στιγμή, το εννοούσε και οι καιροί ήταν τέτοιοι. Το ΠΑΣΟΚ, έκανε χρόνια από την ίδρυση του μέχρι να ελεγχθεί απόλυτα, να γίνει κόμμα της αστικής τάξης. Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να ακολουθήσει μια παρόμοια πορεία, και πιθανά συντομότερη, και πιθανά με χειρότερα αποτελέσματα αν δεν υπάρξει “στα αριστερά του” του ένα ισχυρό Κομμουνιστικό Κόμμα να προφυλάξει τις λαϊκές μάζες, αλλά αυτή τη στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ δεν «είναι ΠΑΣΟΚ» ούτε του ’74, ούτε του ’81, ούτε του ’85, ούτε του εκσυγχρονισμού.

Το να πετάει το ΚΚΕ μια χοντράδα για να ξεμπερδέψει, απλά κάνει το ακροατή του να μη το παίρνει στα σοβαρά.

.

Είναι η επικείμενη μια τυπική κυβερνητική εναλλαγή;

Η αστική τάξη και ο ιμπεριαλισμός, αποχαλινωμένοι από τη μέχρι τώρα επέλαση, δεν έχουν καμία διάθεση για παζάρια ή καθυστερήσεις, ανήσυχοι από τη βαθειά διεθνή κρίση δεν έχουν καμία προτίμηση σε αβεβαιότητες. Μια χαρά θα τους βόλευε αν οι δοκιμασμένοι στην κυβέρνηση πολιτικοί σχηματισμοί (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΛΑΟΣ, ΔΗΜΑΡ) μπορούσαν να συνεχίσουν να διαχειρίζονται την κατάσταση.

Η επί μήνες εκστρατεία τρομοκράτησης από τα ΜΜΕ και «συστημικούς παράγοντες», η προσπάθεια δαιμονοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ και ταύτισης του με ό,τι πιο «ανεύθυνο», «επαναστατικό», «ανατρεπτικό», «αναρχικό» και «αντίχριστο», δεν έγινε απλά και μόνο από έρωτα για τον Σαμαρά ούτε για λόγους μικροκομματικής στήριξης της ΝΔ. Έγινε για να αποτραπεί ή έστω να καθυστερήσει ή έστω να αποδυναμωθεί η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση. Αυτό φυσικά, δεν μπορεί να είναι τεκμήριο επαναστατικότητας του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δείχνει οτι αυτός δεν αποτελεί, αυτή τη στιγμή, την προτίμηση της αστικής τάξης.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, αναπόφευκτα, έστω για λόγους πολιτικής αυτοσυντήρησης, θα κάνει κάποιες προσπάθειες παροχής στοιχειωδών βελτιώσεων. Αυτές οι βελτιώσεις, στα ασφυκτικά πλαίσια ΕΕ και €υρώ και με το λαό “στον πάγκο” θα είναι ανεπαρκείς και επισφαλείς. Εγώ πάντως (και πολύ περισσότερο δεδομένου οτι, προς το παρόν, δεν αντιμετωπίζω αδιέξοδο επιβίωσης) δε μπορώ να κατηγορήσω τον απλό, λαϊκό άνθρωπο που έχει φτάσει “στο αμήν”, ως συμβιβασμένο ή ξεπουλημένο ή βλάκα, επειδή θα ψηφίζει ΣΥΡΙΖΑ έστω “για τα ψίχουλα”. Όταν μάλιστα εδώ και χρόνια δεν υπήρξε άλλος που να του έδωσε πραγματικά –και όχι μόνο με υπερεπαναστατικές κορώνες– τη δυνατότητα να διεκδικήσει κάτι ουσιαστικότερο.

Προφανώς, κάποια μέτρα αστικοδημοκρατικά δεν πρέπει να θεωρούνται επαρκή όχι μόνο από τους κομμουνιστές αλλά και από κάθε πολύπαθο λαϊκό άνθρωπο. Όμως, δεν είναι ασήμαντο το ότι έχουμε ζήσει μια άνευ προηγουμένου, για τις τελευταίες δεκαετίες, φασιστικοποίηση. Δεν είναι ασήμαντο να αμφισβητούνται και να καταργούνται στην πράξη αστικοδημοκρατικές κατακτήσεις της γαλλικής επανάστασης και να επιβάλλεται επίσημα: ο ρατσισμός, η ξενοφοβία, το αστυνομικό κράτος, η δουλειά-απόλυτη σκλαβιά. Ναι, βέβαια ο ΣΥΡΙΖΑ πιθανότατα είτε θα συμβιβαστεί με αυτή την κατάσταση, είτε θα καταρρεύσει κάτω από το βάρος της. Και τα δυο όμως ενδεχόμενα, πιθανότατα, θα δημιουργήσουν καταστάσεις πιο πρόσφορες για απελευθέρωση πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων.

Το κυριότερο επομένως, είναι, oτι ακόμα και αν οι όποιες παροχές πρωτογενώς είναι “σταγόνα στον ωκεανό”, εξ αντανακλάσεως, μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είτε μέσα από την μάλλον απίθανη ριζοσπαστικοποίηση της είτε μέσα από την πορεία ενσωμάτωσης της θα δημιουργήσει αναταράξεις στο βαλτωμένο πολιτικό και κοινωνικό σκηνικό και αυτό σίγουρα είναι κάτι διαφορετικό από τη αδιατάρακτη σήψη που βιώνουμε, σε όλα τα επίπεδα, τα τελευταία χρόνια. Ακόμα και μόνο οι διακηρύξεις του ΣΥΡΙΖΑ ενάντια στον αυταρχικό κατήφορο και την ακροδεξιά, φασιστική πορεία της σημερινής κυβέρνησης είναι αρκετές για να ενεργοποιήσουν τα ζωώδη αντανακλαστικά των πιο κανιβαλικών τμημάτων της αστικής τάξης, του βαθέως κράτους, των μυστικών υπηρεσιών που δεν έχουν την ικανότητα ή τη διάθεση να επενδύσουν σε μια αργή πορεία ενσωμάτωσης του ΣΥΡΙΖΑ. Οι θύλακες αυτοί θα “γαυγίσουν” ή και θα “δαγκώσουν” για την άμεση ανατροπή του. Αυτό είναι κάτι διαφορετικό από την σημερινή “δεν-τρέχει-τίποτα”, “business-as-usual”, σχετικά αδιατάρακτη πορεία φασιστικοποίησης κράτους, δικαίου, κοινωνίας. Είναι κάτι πιο κραυγαλέο και θα φέρει αναγκαστικά όλους προ των ευθυνών τους. Αυτό φυσικά δε σημαίνει ότι κομμουνιστές, επαναστάτες, συνειδητοποιημένοι αριστεροί, ριζοσπάστες αγωνιστές πρέπει να επενδύσουν στο ΣΥΡΙΖΑ. Όμως αφού το ΚΚΕ δεν παίζει το ρόλο του στον ξεσηκωμό και στην οργάνωση του λαού, μπορούμε μόνο να ελπίσουμε στο «ατύχημα». Δεν θα ανταλλάξουμε την ψήφο μας γι’ αυτό, αλλά ακόμα και έτσι, το ενδεχόμενο δε μας είναι αδιάφορο, ούτε απλά «μια από τα ίδια«.

.

Για τα κόμματα

Μερικές σκέψεις, έστω και δια της εις άτοπον επαγωγής και κρατώντας υπόψη ότι πέρα από την πλευρά της ψήφου ως συντελεστή του εκλογικού αποτελέσματος, του κοινοβουλευτικού συσχετισμού, της κυβερνητικής εντολής, υπάρχει και η ψήφος ως βήμα ή/και αποκρυστάλλωμα συνείδησης.

Η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ, ο Παπανδρέου και η παρέα του (ΚΙΔΗΣΟ) πρέπει να τσακιστούν εκλογικά. Και όχι μόνο για να φύγουν από την κυβέρνηση και να αποδυναμωθούν πολιτικά. Είναι σημαντικό γιατί κάθε ψήφος εναντίον τους, αψηφά το φόβο του grexit, του χάους, του «κομμουνιστικού κινδύνου» που καλλιεργούν το σύστημα και τα ΜΜΕ, ταυτίζοντας τα βέβαια με τον ΣΥΡΙΖΑ. Το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εκφράζει όλα αυτά είναι πλαστό και αστείο. Το ότι ο λαός θα ξεπεράσει έναν πραγματικό φόβο, αρνούμενος τη σταθερότητα των «μνημονιακών» και καταψηφίζοντας τους είναι πέρα για πέρα αληθινό.

Στη Χρυσή Αυγή να μην “απαγκιάσει” κανένας καλοπροαίρετος λαϊκός ψήφος στο όνομα του «αντισυστημικού-αντιμνημονιακού». Επιπλέον, όσο γίνεται, να φοβηθούν, να μην την ψηφίσουν ούτε οι φασίστες και φασίζοντες που όπως έχει αποδειχτεί δεν είναι και λίγοι. Να μην είναι η Χρυσή Αυγή τρίτο κόμμα.

Ποτάμι: να χαντακωθεί όσο γίνεται ο μεταμοντέρνος θατσερισμός, η “αμερικανιά”, να μην πιάσει ως το (δήθεν) φρέσκο και νέο. Να μην είναι τρίτο κόμμα.

ΛΑΟΣ, ΔΗΜΑΡ και λοιπά μνημονιακά συντρίμμια φαίνεται ότι έχουν ήδη βρει τι θέση τους.

Οι ΑΝΕΛ αφορούν ένα συγκεκριμένο ακροατήριο υπερδεξιό-«αντιμνημονιακό» και δε χρήζουν εδώ περαιτέρω ανάλυσης. Μπορούν να συνεχίζουν τις καντάδες με τη λύρα στο ΣΥΡΙΖΑ. Τελικά, ο πιο υπολογίσιμος ρόλος τους φαίνεται να είναι το ότι μάλλον, θα αυξήσουν το ποσοστό των εκτός βουλής κομμάτων, και άρα θα διευκολύνουν την αυτοδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ.

.

ΣΥΡΙΖΑ

Σε αυτές τις συνθήκες, είναι αναμενόμενο και εξηγήσιμο το φαινόμενο, μαζικά ψηφοφόροι από τα λαϊκά στρώματα να στρέφονται προς το ΣΥΡΙΖΑ (και δυστυχώς όχι κάπου πραγματικά ριζοσπαστικά). Οι περισσότεροι το σκέφτονται χωρίς να ταυτίζονται, χωρίς να θέλουν να δώσουν λευκή επιταγή, άλλος με αυταπάτες και μεγάλες προσδοκίες, άλλος στην επιλογή του μικρότερου κακού, άλλος απλά και μόνο ως μονόδρομο «να φύγουν οι σιχαμένοι προηγούμενοι».

Αυτό φυσικά, δε σημαίνει ότι κομμουνιστές, επαναστάτες, συνειδητοποιημένοι αριστεροί, ριζοσπάστες αγωνιστές πρέπει να επενδύσουν στο ΣΥΡΙΖΑ, να του καταθέσουν την ψήφο τους, που ούτως ή άλλως θα εκληφθεί ως εν λευκώ εξουσιοδότηση. Ναι, για αυτούς, ακόμα και με δεδομένη την κρίση του κινήματος και της πολιτικής πρωτοπορίας, η άκριτη ψήφος στο ΣΥΡΙΖΑ, ή η ψήφος απλά στη λογική του μικρότερου κακού, μπορεί να είναι και σημάδι κόπωσης, ίσως ακόμα και παραίτησης από την δυνατότητα επαναστατικού μετασχηματισμού της κοινωνίας.

Η ψήφος στο ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα και στη λογική (που ισχύει), ότι με την κυβέρνηση του θα προκληθεί κάποια αναταραχή-κίνηση, δε θεωρώ ότι είναι ικανοποιητική επιλογή (πολύ περισσότερο μιας και δεν υπάρχει κανένα άγχος, αφού η πρωτιά του είναι σχεδόν αδιαμφισβήτητη και η αυτοδυναμία αρκετά πιθανή). Σίγουρα όμως, δεν είναι για να τους κόψει κανείς την καλημέρα ή να φορέσουμε πλερέζες.

.

ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ

Αναφέρομαι στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ (συν Σχέδιο Β’ – Αλαβάνος) ως υπολογίσιμο πλέον εκφραστή της (ας διαλέξει ο καθένας τον προσδιορισμό που τον εκφράζει) «εξωκοινοβουλευτικής», «(υπερ)επαναστατικής», «αριστερίστικης» Αριστεράς.

Με την παρούσα επιγραμματική κριτική, δεν φιλοδοξώ να πείσω όσους εκφράζονται ιδεολογικο-πολιτικά, αλλά απευθύνομαι στους –αναλογικά αρκετούς– που σκέφτονται να την ψηφίσουν είτε ως αριστερή κριτική στο ΣΥΡΙΖΑ είτε ως ψήφο τιμωρίας προς την ηγεσία του ΚΚΕ. Και φυσικά, δεν υποτιμώ και δεν μηδενίζω, ανεξαρτήτως διαφωνίας, τους τίμιους αγωνιστές που υπάρχουν και σε αυτό το χώρο.

Υπάρχει, λοιπόν, κόσμος που σκέφτεται να ψηφίσει ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ως καταγγελία προς την ηγεσία του ΚΚΕ για την αδιέξοδη πορεία που έχει επιβάλει. Κάτι τέτοιο όμως, είναι οξύμωρο γιατί το ΚΚΕ πλέον συμπίπτει όσο ποτέ άλλοτε με το χώρο του «αριστερισμού». Επιπλέον, παρότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ κλπ κηρύσσουν: ενότητα, αμεσοδημοκρατία, δουλειά στη βάση, τελικά ανακυκλώνουν, με τον ίδιο και χειρότερο τρόπο, γνωστές παθογένειες που τα τελευταία χρόνια έχουν γιγαντωθεί και στο ΚΚΕ. Πολιτικά-κινηματικά, ο χώρος δεν έχει δώσει την παραμικρή ελπίδα παρά το άπειρο περιθώριο που του έχει αφήσει το ΚΚΕ (φυσικά και ο ΣΎΡΙΖΑ και οι πουλημένες τριτοβάθμιες ηγεσίες), εδώ και τουλάχιστον 2,5 χρόνια στο –υποτίθεται– προνομιακό γι’ αυτούς πεδίο του κινήματος.

Υπάρχει από την άλλη κόσμος που σκέφτεται να τους ψηφίσει ως αριστερή κριτική στο ΣΥΡΙΖΑ, ούτε αυτό όμως έχει βάση. Πολιτικά: επειδή αν δεν σε αποτρέπουν όλα τα παραπάνω στραβά τους, ρίχτο στο ΚΚΕ που, και με αυτά τα κριτήρια, τουλάχιστον “θα πιάσει τόπο”. Ενώ ξερά, μπακάλικα εκλογικά-κοινοβουλευτικά-κυβερνητικά: η ψήφος προς αυτούς (από τη στιγμή που σχεδόν βέβαια όπως φαίνεται παραμένουν κάτω από το 3%) πρακτικά, ελέω εκλογικού νόμου, έμμεσα ενισχύει την αυτοδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ, έστω με μια βαρύτητα περίπου στο 1/3 αυτής που θα είχε μια απευθείας ψήφος προς το ΣΥΡΙΖΑ.

.

Για το ΚΚΕ

Φτάσαμε τελικά στον κόμπο άρα και στην πιθανή λύση του.

Το ΚΚΕ βρίσκεται σε κρίση, στη χειρότερη της ιστορίας του (λέω εγώ), γιατί είναι σε πορεία διάλυσης-μετάλλαξης, αργού θανάτου, που έχει εξελιχθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να πραγματοποιείται στα μουγκά, χωρίς μεγάλες αναταράξεις και συγκρούσεις.

Επειδή η ανάγκη ύπαρξης Κομμουνιστικού Κόμματος είναι πιο έντονη από ποτέ, πρέπει να υπάρξει λύση και μάλιστα άμεσα. Επιπλέον, είναι ακόμα, πολύ σημαντικό, η ανάγκη αυτή να υπηρετηθεί με την επαναστατική σωτηρία του ΚΚΕ αντί του να πει κανείς «ξεγράφω το ΚΚΕ και φτιάχνω κάτι καινούργιο» λαξεύοντας ή/και ανακαλύπτοντας “από την αρχή τον τροχό”. Αυτό βέβαια δε σημαίνει οτι περιμένει κανείς να δοθεί λύση “κάααποτε” και με μαγικό τρόπο.

.

Μπροστά στις εκλογές

Είναι, άραγε, καλό να ψηφίσει ο λαός ΚΚΕ, είτε ενισχύοντας, είτε έστω συγκρατώντας το ποσοστό του;

Θεωρώ ότι κάτι τέτοιο (ειδικά το πρώτο) είναι σήμερα απίθανο. Όμως, γενικά-θεωρητικά, πιστεύω οτι σήμερα κάποιος (πέρα από το στενό πυρήνα) θα το ψήφιζε κατά κανόνα: είτε από ουσιαστική στράτευση στην υπόθεση, είτε συναισθηματικά από κεκτημένη ταχύτητα για αυτά που το έχει ταυτίσει να συμβολίζει (σοσιαλισμός, επανάσταση, ηρωικές θυσίες και όχι πλέον τόσο για το αγώνας, άμεση υπεράσπιση καθημερινών δικαιωμάτων κλπ), είτε ως από τα αριστερά κριτική στο ΣΥΡΙΖΑ. Με αυτή την έννοια ναι, θα ήταν ένα καλό σημάδι. Υπάρχει βέβαια και ένα, μάλλον μικρό κομμάτι ψηφοφόρων, συντηρητικό, που δε θέλει να ψηφίσει μνημόνιο αλλά που δε θα ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ «γιατί δε θέλει περιπέτειες» (δραχμή, χρεωκοπία κλπ) και μπορεί να ψηφίσει ΚΚΕ μιας και οι δικές του περιπέτειες (επανάσταση κλπ) φαντάζουν μυθικές και απόμακρες.

Μπορεί να πειστεί πλατύτερος κόσμος να ψηφίσει ΚΚΕ;

Δυστυχώς, εξαιρετικά δύσκολα. Εξαιρετικά δύσκολα όχι μόνο με όπλο το ανόητο και αυτοκτονικό εκλογικό κάλεσμα της ΚΕ της 4ης Ιανουαρίου που διώχνει και τους πεισμένους, αλλά ακόμα και με μια πραγματικά επαναστατική επιχειρηματολογία. Όχι μόνο γιατί –αν δεν τον κοροϊδεύεις– δεν έχεις άλλον τρόπο να τον πείσεις να ψηφίσει ΚΚΕ, εκτός αν στρατευτεί στην προοπτική του σοσιαλισμού, αλλά και επειδή μεσολαβεί, ως επιπλέον προϋπόθεση, η απόμακρη –τουλάχιστον στα μάτια του– προοπτική, «να έρθει πρώτα το ΚΚΕ στα συγκαλά του».

Ένα κακό ή και ολέθριο εκλογικό αποτέλεσμα για το ΚΚΕ θα αποτελούσε το γονιμότερο πολιτικό περιβάλλον για κάποια θετική αλλαγή στο εσωτερικό του;

Θεωρώ πως όχι. Θα δημιουργήσει αναταράξεις, όμως γενικά τον χαλαρότερο κόσμο (μέλη, οπαδούς, ψηφοφόρους) θα τους ωθήσει στην απογοήτευση και αποστράτευση, ενώ τους πιο συναισθηματικά δεμένους, μάλλον, θα τους ωθήσει στο να κουλουριαστούν σαν το σκαντζόχοιρο, κατάσταση που, κατά μια τουλάχιστον έννοια, θα δυσκολέψει και τους ήδη προβληματισμένους.

Ένα κακό αποτέλεσμα είναι λοιπόν μια κακή συγκυρία για όξυνση της διαπάλης για τη σωτηρία του. Βεβαίως θα μπορούσε κανείς να αντιτάξει ότι ακόμα και κακή, μπορεί, τελικά, να είναι, δυστυχώς, η μόνη ευκαιρία εδώ και καιρό ή ακόμα και η τελευταία ευκαιρία να γίνει κάτι, πριν μια ακόμα πιο δραματική μετάλλαξη του ΚΚΕ.

Πρέπει επομένως να ελπίζει κανείς στη εκλογική συντριβή του;

Όχι. Ο άρρωστος στην εντατική για να ανακάμψει θέλει θεραπεία, θεραπεία δραστική, πιθανά επώδυνη και ριψοκίνδυνη εγχείρηση, αλλά σίγουρα η λύση δεν είναι απλώς να του βγάλει κάποιος τη πρίζα.

Όχι, δεν πρέπει κανείς να επενδύει στη συντριβή κυρίως –πέρα από όποιες υποθέσεις και σενάρια– επειδή σίγουρα αυτή η συλλογιστική αναπαράγει την βαθειά επιζήμια αντίληψη που λέει ότι: η κομματική κρίση θα επιλυθεί ως φυσικό φαινόμενο, αυτόματα. Χωρίς να χρειαστεί να παλέψουν, και πιθανά να “σταυρωθούν”, πολλοί από αυτούς που προσδοκούν μια λύση, χωρίς “να σπάσουν αυγά”, χωρίς να αναληφθούν ρίσκα και πιθανότατα να υπάρξουν και παράπλευρες απώλειες. Απλά και μόνο περιμένοντας «μια καλύτερη ευκαιρία» όταν «η ζωή δείξει τα αδιέξοδα» ή απλά έτσι, νέτα-σκέτα μεσσιανικά.

******

Αγωνιστές, έμπειροι, στρατευμένοι, δραστήριοι, ανήσυχοι που έχουν περάσει από τις γραμμές του ΚΚΕ ή από το πλάι του και οπωσδήποτε έχουν σφραγιστεί από την ιστορία και δράση του, άνθρωποι που συνδέονται με την υπόθεση της εργατικής τάξης, του επαναστατικού μετασχηματισμού της κοινωνίας, είναι αγανακτισμένοι και αμήχανοι με την ψήφο τους.

Πιστεύουν, πιθανά, ότι μια κριτική ψήφος τους στο ΚΚΕ θα υποκλαπεί από τους κρατούντες στο κόμμα, και θα προβληθεί ως δικαίωση των πεπραγμένων και αθώωση-επιβράβευση της ηγεσίας. Θα ερμηνευτεί ως σύνθημα συνέχισης της ολέθριας πορείας και αυτό το θεωρούν όχι μόνο προσβλητικό προσωπικά αλλά και πολιτικά επιζήμιο για το ίδιο το ΚΚΕ.

Θεωρώ, οτι αυτή τη στιγμή η καλύτερη επιλογή είναι η ψήφος και το κάλεσμα για ψήφο στο ΚΚΕ, συνδυασμένα με σφοδρή, συνεχή και ουσιαστική κριτική, πριν και μετά τις εκλογές. Κάλεσμα και κριτική με κάθε ευκαιρία: σε προσωπικές επαφές, εκλογικές συσκέψεις, συγκεντρώσεις, αχτίφ αντιπροσώπων ή και δημόσια για εμάς τους “αποσυνάγωγους”. Έστω, ως τελευταία εκλογική ευκαιρία προς το ΚΚΕ. Τελευταία όχι με την έννοια του εκβιασμού, αλλά αντικειμενικά πριν μια, πιθανότατα, οριστική μετάλλαξη σε κάτι άλλο.

******

Λύση στο κομματικό πρόβλημα, δυστυχώς, δε μπορεί να δοθεί σε 7 μέρες. Στις 7 μέρες που μεσολαβούν μέχρι τις εκλογές δεν μπορεί να αλλάξει, ουσιαστικά, ούτε καν η εκλογική επίδοση του ΚΚΕ. Δεν μπορεί η πολιτική του ΚΚΕ, η δράση του και η εντύπωση από αυτά στις λαϊκές μάζες να αλλάξουν σε μια βδομάδα. Άλλωστε, και γενικότερα, οι κρατούντες στο ΚΚΕ, ακόμα και αν το αποφάσιζαν, δε θα μπορούσαν να τα αλλάξουν αυτά, αν πρώτα δεν αρνούνταν τον εαυτό τους, τις μεθόδους τους και την κατάσταση που έχουν διαμορφώσει μέσα στο κόμμα. Και αυτό δε θα γίνει οικειοθελώς.

Η διέξοδος προϋποθέτει πρώτα απ’ όλα, οι πολλοί υγιώς σκεπτόμενοι και δρώντες σύντροφοι που παραμένουν στις γραμμές και στο πλάι του ΚΚΕ, να αντιπαρατεθούν πριν και μετά τις εκλογές, ανοιχτά, μαχητικά, τεκμηριωμένα, εφ’ όλης της ύλης με την πορεία καταστροφής και διάλυσης, με κάθε πρόσφορο μέσο. Τα μέλη: στα όργανα-οργανώσεις τους με βάση τις αρχές λειτουργίας – όσοι είναι εκτός: σε προσωπικές επαφές, στις προεκλογικές και μετεκλογικές συσκέψεις ή και δημόσια. Η διέξοδος μπορεί να προέλθει μόνο μέσα από όξυνση της ιδεολογικοπολιτικής αντιπαράθεσης. Αυτός ο δρόμος είναι σκληρός και δύσκολος, θα φέρει εντάσεις, οι «δράστες» θα λοιδορηθούν, θα συκοφαντηθούν, αλλά δυστυχώς άλλος, “βελούδινος” δρόμος, δεν υπάρχει.

Το ότι το ΚΚΕ δεν ανταποκρίνεται, δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει, ακόμα, μια ύστατη ελπίδα σωτηρίας του. Πολύ περισσότερο, δε σημαίνει ότι έχει εκλείψει η ανάγκη ύπαρξης Κομμουνιστικού Κόμματος.

******

Ας μη πουν πάλι, με αφορμή και το παρόν κείμενο, οι κρατούντες στο ΚΚΕ, ότι «κάποιοι φραξιονιστές», ζητούν “να βάλει το ΚΚΕ νερό στο κρασί του”, να «γίνει σαν τον ΣΥΡΙΖΑ» κλπ.

Το ζητούμενο είναι το ΚΚΕ να δράσει στις μάζες και με τις μάζες – αντί αφ’ υψηλού, (υποτίθεται) για τις μάζες χωρίς αυτές. Να μην αγνοεί στην πράξη τα λαϊκά προβλήματα, να προσπαθήσει και να καταφέρει να τα συνδέσει ουσιαστικά με το στρατηγικό του στόχο. Για να γίνουν αυτά, θα πρέπει να πάψει ο φόβος για τις μάζες και ο φόβος γενικά. Να αποκατασταθεί η επαναστατική δημοκρατία μέσα στο κόμμα. Να λογοδοτήσουν οι υπεύθυνοι, να αποκατασταθούν οι αναλύσεις και τα ντοκουμέντα.

Υπάρχει ο κόσμος του ΚΚΕ, και το θέμα ήταν και παραμένει στα χέρια του. Εμείς, αυτός ο κόσμος μπορεί τα παραπάνω να τα απαιτήσει, μπορεί να τα επιβάλει.

Οι εκλογές είναι μια αφορμή για αναλογισμό από αυτό τον κόσμο, μια ευκαιρία αλλά και μια δοκιμασία για το τι καθένας θα επιλέξει, πάντα με το μάτι στραμμένο στο κεντρικό και στο περαιτέρω.

This entry was posted in Uncategorized. Bookmark the permalink.